- αντιπαράσταση
- ηταυτόχρονη εξέταση πάνω στο ίδιο θέμα κατηγορούμενων ή μαρτύρων: Οι δύο μάρτυρες τελικά εξετάστηκαν και σε αντιπαράσταση.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
αντιπαράσταση — η (AM ἀντιπαράστασις) η εξέταση μαρτύρων συγχρόνως με άλλους μάρτυρες ή με τον κατηγορούμενο αρχ. μσν. (Ρητορ.) η αποδοχή ενός επιχειρήματος, αλλά με μια ουσιώδη διάκριση, διασάφηση αρχ. η έμμεση απάντηση … Dictionary of Greek
μπατάγια — η (Μ μπατάγια και μπατάλια και πατάγια και πατάλλια και πατάλια και παταλία) νεοελλ. 1. ξυλοκόπημα 2. σφοδρή επίπληξη, μάλωμα μσν. 1. μάχη 2. αντιπαράσταση κατά τη διάρκεια δικαστικού αγώνα. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. μπατάλια < ιταλ. battaglia. Ο τ.… … Dictionary of Greek
στόμα — (Ανατ.). Το πρώτο τμήμα του πεπτικού συστήματος. Είναι μια κοιλότητα που ορίζεται μπροστά από τα χείλη και πίσω από τον ισθμό του φάρυγγα, δια του οποίου συνεχίζεται στον φάρυγγα. Το σ. διαιρείται από τις οδοντοστοιχίες σ’ ένα εξωτερικό μέρος, το … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
Ιώβ — I Βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης που εξετάζει το ζήτημα της θεοδικίας (η κρίση του θεού για την αθωότητα ή την ενοχή ενός ατόμου, που εκδηλώνεται, κατά τις δοξασίες πρωτόγονων λαών, με υπερφυσικά σημεία). Ο συγγραφέας του βιβλίου είναι άγνωστος,… … Dictionary of Greek
αντιμολία — η (όχι αντιμωλία), αντιπαράσταση, δίκη στην οποία είναι παρόντες στο δικαστήριο όλοι οι αντίδικοι (αντίθ. ερήμην): Το δικαστήριο δίκασε «κατ αντιμολίαν» … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)